Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κύπρος

Πηγή : Wikipedia

Η Κύπρος κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς στα 1571. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία για τακτικούς πολιτικούς λόγους της εποχής από τη μία, και στην προσπάθεια της να εξασφαλίσει οικονομικούς πόρους για αποπληρωμή των δανείων (που είχε συνάψει το 1855 με την Αγγλία και τη Γαλλία) από την άλλη, εκμίσθωσε το 1878 την Κύπρο στην Αγγλία. Η παραπάνω συμφωνία περιλάμβανε ετήσιο χρηματικό ποσό (σε στερλίνες της εποχής) το οποίο θα καταβάλλονταν απο τους Άγγλους στον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄, τότε ηγεμόνα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η ανάπτυξη βρετανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή είχε σκοπό να αποθαρρύνει την περαιτέρω εισβολή της Ρωσίας στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Στο νησί λόγω της Οθωμανικής κατοχής κατοικούσαν δύο κοινότητες, η ελληνοκυπριακή και η τουρκοκυπριακή σε ποσοστό 80%-18% αντίστοιχα. Δεν ήταν γεωγραφικά χωρισμένες.


Οι ελληνοκύπριοι επεδίωκαν την ενσωμάτωση της Κύπρου στη μητροπολιτική Ελλάδα, η οποία σιγά σιγά επεκτεινόταν, εντάσσοντας διαρκώς νέα εδάφη στον κορμό που ανεξαρτητοποιήθηκε μετά την Επανάσταση του 1821. Οι τουρκοκύπριοι από την άλλη φοβόντουσαν το παράδειγμα της Κρήτης, όπου η ελληνική πλειοψηφία κατάφερε πρώτα να ανεξαρτητοποιηθεί το 1898 και στη συνέχεια να ενσωματωθεί στην Ελλάδα το 1913. Έτσι παραιτήθηκαν από κάθε αξίωση επί της Κύπρου, δεν ήθελαν να την δουν να ενσωματώνεται στην Ελλάδα, όπως συνέβη με την Κρήτη.


Το 1914 η Μεγάλη Βρετανία προσέφερε την Κύπρο στην Ελλάδα, ως αντάλλαγμα, στην περίπτωση που η Ελλάδα θα λάμβανε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Ο φιλογερμανός Βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Α΄ όμως προτίμησε να κρατήσει ουδέτερη στάση και αρνήθηκε την προσφορά.


Toν Αύγουστο του 1954 ο ηγέτης της τουρκοκυπριακής μειονότητας, Δρ. Φαζίλ Κουτσούκ, (αργότερα ο πρώτος αντιπρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας) δήλωνε ότι η Κύπρος έπρεπε να επιστραφεί στην Τουρκία και να αφήσουν οι Άγγλοι στους Τούρκους την διαχείριση του αιτήματος των Ελληνοκυπρίων για αυτοδιάθεση[5].



Το 1955 ξεκίνησε ένοπλος αγώνας κατά της Βρετανικής Κατοχής του νησιού από τους ελληνοκύπριους κατοίκους υπό την ηγεσία της οργάνωσης ΕΟΚΑ με εντεταλμένο αρχηγό τον Κύπριο απόστρατο αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού Γεώργιο Γρίβα ή «Διγενή», η οποία έθετε ως στόχο την ενσωμάτωση της Κύπρου στο ελληνικό κράτος («Ένωσις»). Οι Τουρκοκύπριοι, μην επιθυμώντας την Ένωση του νησιού με την Ελλάδα, τάχθηκαν κατά της αυτοδιάθεσης (που θα οδηγούσε στην προσάρτηση του νησιού στην Ελλάδα) και συντάχθηκαν με τους Άγγλους. Η βρετανική πολιτική εκμεταλλεύτηκε το γεγονός και επιδίωξε την εμπλοκή στο ζήτημα του τουρκικού παράγοντα, ο οποίος, επικαλούμενος την προστασία της τουρκοκυπριακής κοινότητας, επέτυχε να καταστεί ισότιμος συνομιλητής για τη διευθέτηση του προβλήματος. Όταν άρχισε να διαγράφεται η πιθανότητα ανεξαρτητοποίησης του νησιού από τους Άγγλους, το τουρκοκυπριακό αίτημα ήταν η διαίρεση του νησιού σε δύο κράτη («taksim»).



Οι Βρετανοί ενοχλημένοι από τη δράση της εκκλησίας εξόρισαν στις 9 Μαρτίου 1956 τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και τον Μητροπολίτη Κυρηνείας Κυπριανό στις Σεϋχέλλες για έναν χρόνο

Παράλληλα, οι ελληνικές κυβερνήσεις δίσταζαν να αντιπαρατεθούν με την Αγγλία λόγω της βοήθειας που αυτή είχε προσφέρει στα κυβερνητικά στρατεύματα εναντίον των κομμουνιστών από την απελευθέρωση και μετά.Η κοινή γνώμη όμως και η Εκκλησία ήταν στο πλευρό των Ελληνοκυπρίων, γεγονός που δημιουργούσε πίεση στους πολιτικούς.
Το 1959 υπεγράφησαν μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Ελλάδας, Τουρκίας, ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής κοινότητας οι Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου, με τις οποίες ιδρυόταν ανεξάρτητο κράτος, η Κυπριακή Δημοκρατία. Οι Συνθήκες τέθηκαν σε ισχύ στις 16 Αυγούστου 1960. Η μεγάλη μερίδα της ελληνοκυπριακής πλειοψηφίας θεώρησε αυτή την εξέλιξη ως ένα οδυνηρό συμβιβασμό, που δεν ικανοποιούσε τους εθνικούς της πόθους και το αίτημα για αυτοδιάθεση και ένωση.
Η Μεγάλη Βρετανία από την πλευρά της, θέλοντας να δείξει πως μόνο με την κυριαρχία της στο νησί μπορούσαν να ζήσουν οι δύο κοινότητες ειρηνικά, δεν έβλεπε θετικά ούτε το ενιαίο ανεξάρτητο κράτος ούτε τη διχοτόμηση σε δύο ανεξάρτητα κράτη (ή κράτη που θα ενώνονταν με τις μητροπολιτικές χώρες των κοινοτήτων τους). Οι ΗΠΑ τέλος έβλεπαν με καχυποψία ένα νέο ανεξάρτητο κράτος στην Ανατολική Μεσόγειο, που έφευγε από την κυριαρχία μιας χώρας του ΝΑΤΟ και μπορούσε να προσχωρήσει στο Κίνημα των Αδεσμεύτων ή ακόμα και στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης
Η αμοιβαία έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο κοινοτήτων οδήγησε σε μια οξύτατη κρίση το 1963-64
Στην αρχή οι βρετανικές δυνάμεις έπαιζαν το ρόλο του διαιτητή, μέχρι να αποστείλει ο ΟΗΕΠράσινη Γραμμή με σκοπό ως νεκρή ζώνη να χωρίσει γεωγραφικά τις δύο κοινότητες, υπό τον φόβο επέμβασης της Τουρκίας ως εγγυήτριας δύναμης υπέρ των Τουρκοκυπρίων κυανόκρανους. Τότε χαράχτηκε και για πρώτη φορά η

Τον Ιούλιο του 1974 οργανώθηκε από τη Χούντα των Συνταγματαρχών, επικεφαλής της οποίας ήταν πλέον μετά την ανατροπή του Παπαδόπουλου ο Δημήτριος Ιωαννίδης, και τους συνεργάτες της στην Κύπρο πραξικόπημα με στόχο την ανατροπή του Μακαρίου και την προσάρτηση της Κύπρου στην Ελλάδα. Το σχέδιο ήταν να ανατραπεί ο Μακάριος και την Προεδρία να αναλάβει με τη δύναμη των όπλων ο Νίκος Σαμψών, ακραιφνής εθνικιστής Κύπριος πολιτικός, παλαιός μαχητής της ΕΟΚΑ και της ΕΟΚΑ Β'. Στις 15 Ιουλίου ελληνικές στρατιωτικές μονάδες άρχισαν να βάλλουν κατά του προεδρικού μεγάρου στη Λευκωσία, όπου βρισκόταν ο Μακάριος, με σκοπό να τον σκοτώσουν. Αυτός όμως κατάφερε και διέφυγε, στην αρχή στην Πάφο και αργότερα στη βρετανική βάση του Ακρωτηρίου, απ' όπου και τον φυγάδευσαν οι Άγγλοι στο εξωτερικό. Στις 19 Ιουλίου εξεφώνησε λόγο ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, στον οποίο, αφού ευχαριστούσε τους Άγγλους για τη σωτηρία του, χαρακτήριζε το πραξικόπημα ως εισβολή της Ελλάδας στην Κύπρο και κατάλυση της ανεξαρτησίας της, ενώ ταυτόχρονα κάλεσε το Συμβούλιο Ασφαλείας να παρέμβει με όλα τα πρόσφορα μέσα για την αποκατάσταση της δημοκρατίας, ίσως για να προλάβει τον κίνδυνο εισβολής από μέρους της Τουρκίας αφού η Τουρκία δεν είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας


Το Συμβούλιο Ασφαλείας στην συνεδρία του δεν πήρε απόφαση, και στις 20 Ιουλίου 1974, έγινε το πρώτο μέρος της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο κατά παράβαση της Συνθήκης Εγγυήσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας και του καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Ο αμφιλεγόμενος αυτός λόγος του Μακάριου στο Συμβούλιο Ασφαλείας έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον από την τουρκική και την ελληνική φιλοχουντική προπαγάνδα. Τόσο η πρώτη, η οποία δικαιολογεί την εισβολή ως χρέος της ως εγγυήτριας δύναμης από τις Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου, όσο και η δεύτερη, η οποία προσπαθεί να αποσείσει τις ευθύνες για τα γεγονότα από πάνω της, «αναγιγνώσκουν» στον λόγο αυτόν μια έκκληση του Μακάριου προς την Τουρκία να επέμβει για να τον αποκαταστήσει στην εξουσία. Κάτι τέτοιο πάντως δεν περιέχει η έκκληση, η οποία απευθύνεται αποκλειστικά στα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.


Λίγες μέρες μετά η κυβέρνηση Σαμψών παραιτήθηκε υπό το βάρος των εξελίξεων. Στη ΓενεύηΓλαύκο Κληρίδη, αξίωσε για πρώτη φορά μετά το 1963 εφαρμογή των Συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου και του Κυπριακού Συντάγματος, κάτι που ως τότε η ίδια αρνούνταν κατηγορηματικά. Η Τουρκία αρνήθηκε και προέβαλε το πάγιο αίτημά της για γεωγραφικό χωρισμό του νησιού. Ενόσω διαρκούσαν οι διαπραγματεύσεις, η Τουρκία προχώρησε και στο δεύτερο κύμα εισβολής στις 14 Αυγούστου1974, φθάνοντας ως τα σημερινά όρια των Κατεχομένων. άρχισαν πυρετώδεις διαβουλεύσεις για την εξεύρεση ειρηνικής λύσης υπό την αιγίδα του Βρετανού Υπουργού Εξωτερικών Τζον Κάλαχαν.